τα πιο μαυρα κειμενα που γραφτηκαν
ηταν αυτα που μιλησαν για λυτρωση
αυτα που μιλησαν για σκοπο και πεπρωμενο
αυτα που δε κοινωνησαν τον κοσμο
σιωπωντας

οι ανθρωποι πεφτουν σιγα
ειρηνικα
στη μεση του πελαγους
αμετρητοι ανθρωποι στο πελαγος
κοιταν τα γλαροπουλια

συσκηνοι , σαστισμενοι
τυφλοι
απο φως κι εμβολα στιγμων
αγκαλιαζονται σ ενα κυκλο
ζοφερο , ζουμερο
ανοιγονται , αλλα οτι και να κανουν
πεφτουν
στη γη
και τη θαλασσα νομιζουν απεραντη
με τα πρωτα ματια του παιδιου
και τον ουρανο τον νομιζουν πνευμα
μεχρι ν αλληλοσφαγουν
ειναι ετσι γιατι να καταλαβουν δε μπορουν

σε χρονο ατελευτητο μυριζει μνημη
και ζουμερη παλλομενη σαρκα που βογγαει
βογγαει
βογγαει
το κοριτσι και τ αγορι
καθως αγκαλιαζονται χυμωδεις, ανυποψιαστοι
τεκτονες παθων, εμφυλιοι εραστες,
οπως οι γονεις τους πριν , οπως τα παιδια τους μετα
ναυαγισμενοι στις αισθησεις , στα αισθητα
πνιγονται απ τη σαρκα τους
ετοιμοπολεμοι για σφαγες ενυπνιες

για ηρωικες αγρυπνιες που σπαζουν
τους τοιχους των διαμερισματων
μα και της κρισης
στο διατανο η κριση
εδω υπαρχει θεμα διατρητων βογγητων
σιγανων κραυγων , παχυρευστων συντριβανιων
και τα βοτανια μοσχομυριζουν στους ωχρους τοιχους
κελαηδανε στα χαμενα σαλια ,

μυριζει η μνημη κι ο ερωτας μαζι χειμωνα
ζουμερο πορτοκαλι
λεμονανθους
λιοδεντρα
σφακτηριες
ερημα τοπια και χορευτριες,
κλινικα νεκρους εφιαλτες
κλινικα ζωογονες κλινες
το αγορι και το κοριτσι κοντρα στα χαραματα
τα λογικα
στα χασματα τα πενθιμα
οικοδομουν ηδονη, εμπιστοσυνη σαρκινη
χαος στους γλιστερους τοιχους
του φεγγαριου ,
στις λασπωδεις εκτασεις των αστρων
εκλυτοι, λυτοι εξακοντιζουν μορια
ο ενας τον αλλον

"σ αγαπω μωρο μου"
"ναι, μωρο μου"

αναμεσα στ αρρυθμα βογγητα,
αναμεσα στον ρυθμο των αρρυθμων βογγητων
στην μελωδια την αναρμοστη
των απανωτων μαρμαρυγων
ευτυχεις οσοι απο μνημη βογγουν
κροταφων που βαρανε σα σφυρια

καλμαρουν αργοτερα αγκαλιασμενοι
εξαντλημενοι απο ονειρο αγριο
ουτε που θελουν ν αλλαξουν κουβεντα
απο πανω μεχρι κατω σταζουν μνημη